Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

το πεζοδρόμιο

См. также в других словарях:

  • πεζοδρόμιο — το το πλαϊνό και ψηλότερο μέρος δρόμου ή γέφυρας: Δεν επιτρέπεται η παραμονή μικροπωλητών στο πεζοδρόμιο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • πεζοδρόμιο — το / πεζοδρόμιον, ΝΜ υπερυψωμένο δάπεδο στις δυο πλευρές δρόμου ή γέφυρας, όπου περπατούν οι πεζοί νεοελλ. μτφ. το στέκι ή η δραστηριότητα τού ανθρώπου τού υποκόσμου ή τής πόρνης (α. «άνθρωπος τού πεζοδρομίου» β. «γυναίκα τού πεζοδρομίου») μσν.… …   Dictionary of Greek

  • πεζοδρομιακός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο πεζοδρόμιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < πεζοδρόμιο. Η λ. μαρτυρείται από το 1894 στην εφημερίδα Ἀκρόπολις] …   Dictionary of Greek

  • τροτουάρ — το, Ν άκλ. πεζοδρόμιο, το στέκι ή η δραστηριότητα ανθρώπου τού υποκόσμου ή πόρνης. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. trottoir «πεζοδρόμιο»] …   Dictionary of Greek

  • Joseph Fielding Smith (presiding patriarch) — NOTOC Joseph Fielding Smith (30 January 1899 – 29 August 1964) was presiding patriarch and a general authority of The Church of Jesus Christ of Latter day Saints (LDS Church) from 1942 until 1946.Smith should not be confused with his grandfather …   Wikipedia

  • Christos Tsaganeas — Hristos Tsaganeas Χρήστος Τσαγανέας Born July 2, 1906 Brăila …   Wikipedia

  • Nikitas Platis — Νικήτας Πλατής Born 1912 Amorgos, Greece Died November 14, 1984 Greece Occupation actor Nikitas Platis (Greek: Νικήτας Πλατής, 1912 in Amorgos November 14, 1984 in Athens) was a Greek actor in theater and movi …   Wikipedia

  • Авлонитис, Василис — Эту статью следует викифицировать. Пожалуйста, оформите её согласно правилам оформления статей …   Википедия

  • -ιος — ια, ιο(ν) η κατάλ. ιος (μαζί με τις επαυξημένες μορφές της) είναι μία από τις παραγωγικότερες τής ελλ. γλώσσας καθ όλη τη διάρκεια τής ιστορίας της. Συγκεκριμένα, μαρτυρούνται συνολικά 2.996 λέξεις σε ιος, εκ τών οποίων 295 είναι κοινές, 2.261… …   Dictionary of Greek

  • διαβατός — Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 30 μ., 1.300 κάτ.) του νομού Ημαθίας. Βρίσκεται 9 χλμ. ΒΑ της Βέροιας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αποστόλου Παύλου. * * * ή, ό και διάβατος, η, ο (AM διαβατός, ή, όν Α και αιολ. τ. ζάβατος) [διαβαίνω] 1. αυτός… …   Dictionary of Greek

  • κλάρες — οι (Α κλάρες, αἱ) τα κιγκλιδώματα που βρίσκονται οριζοντίως στο ίδιο επίπεδο με το πεζοδρόμιο και χρησιμεύουν για αερισμό και φωτισμό υπογείων, αλλ. σχάρες ή σκάρες …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»